Απεβίωσε ο Κώστας Βουτσάς ύστερα από συγκοπτικό επεισόδιο και με λοίμωξη του αναπνευστικού. Ο 88χρονος ηθοποιός νοσηλευόταν στο νοσοκομείο Αττικόν σε κρίσιμη κατάσταση.
Ο Κώστας Βουτσάς γεννήθηκε στις 31 Δεκεμβρίου 1931 στο Βύρωνα της Αττικής από πατέρα Θρακιώτη και μητέρα Κεφαλλονίτισσα αλλά μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη. Το οικογενειακό επίθετο ήταν Σαββόπουλος, αλλά το «Βουτσάς» επικράτησε από τον παππού του που έφτιαχνε βαρέλια.
Σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Μακεδονικού Ωδείου, απ' όπου αποφοίτησε το 1953 και αρχικά έλαβε μέρος σε παραστάσεις περιπλανώμενων θιάσων.
Υπήρξε σύζυγος της ηθοποιού και χορεύτριας Έρρικας Μπρόγερ, με την οποία απέκτησε μια κόρη, τη Σάντρα (1972). Έχει άλλες δύο κόρες από τον δεύτερο γάμο του, με τη Θεανώ Παπασπύρου, τη Θεοδώρα (1977) και τη Νικολέτα (1979), με την πρώτη να ακολουθεί τα δικά του βήματα στο χώρο της ηθοποιίας. Ο θετός γιος του (από προηγούμενο γάμο της τρίτης γυναίκας του Εύης Καραγιάννη, πρώην μοντέλου και ηθοποιού), Άνθιμος Ανανιάδης, είναι επίσης ηθοποιός.
Το 2015, ο Κώστας Βουτσάς έκανε σχέση με τη 39 χρόνια μικρότερή του ηθοποιό, Αλίκη Κατσαβού, με την οποία παντρεύτηκε στις 27 Φεβρουαρίου 2016 και στις 23 Ιουλίου του ίδιου έτους απέκτησαν ένα γιο, τον Φοίβο.
Ο Κώστας Βουτσάς υπήρξε από τους πλέον αγαπημένους έλληνες ηθοποιούς ενώ έχει λάβει μέρος σε δεκάδες θεατρικές παραστάσεις, ταινίες και τηλεοπτικές σειρές.
Η οικογένεια του Κώστα Βουτσά ζούσε πολύ φτωχικά. Δεν είχε καν σπίτι. Έμεναν όλοι μαζί μέσα σε ένα μαγαζί στο Βύρωνα, όπου είχαν καλύψει τη βιτρίνα ώστε να μην γίνουν θέαμα από τους περαστικούς. Μετά τα πρώτα δύσκολα χρόνια στην Αθήνα, η οικογένεια μετακόμισε στη Θεσσαλονίκη.
Εκεί τα πράγματα έγιναν λίγο καλύτερα. Ο πατέρας του ηθοποιού δούλευε σαν εργάτης οδοποιός και η μητέρα του φρόντιζε το σπίτι τους. Για να συμπληρωθεί το οικογενειακό εισόδημα, ο ίδιος και τα αδέλφια του έκαναν διάφορες μικροδουλειές. Ο ίδιος, γυρνούσε με το κασελάκι στους δρόμους της Θεσσαλονίκης πουλώντας τσιγάρα. Αυτή ήταν η πρώτη του δουλειά.
Την περίοδο της κατοχής για να επιβιώσει εφάρμοσε ένα κόλπο. Αντάλλασσε τσιγάρα με τους Άγγλους αιχμαλώτους. Ο Βουτσάς τους έδινε εκατό ελληνικά τσιγάρα κακής ποιότητας και εκείνοι του έδιναν τα δικά τους. Ήταν λιγότερα αλλά μπορούσε να τα πουλήσει πιο ακριβά στους «έχοντες» της πόλης και να βγάλει ικανοποιητικό κέρδος.
Ο νεαρός Βουτσάς αργότερα βρήκε μια πιο επικερδή δουλειά. Έκανε τον αβανταδόρο στους παπατζήδες. Την κρίσιμη ώρα ειδοποιούσε για την παρουσία της αστυνομίας ακόμη και όταν δεν υπήρχε, ώστε να πιάσουν κορόιδο κάποιον αφελή. Όσα χρήματα κέρδιζε, τα έδινε πάντα στη μητέρα του. Το κίνητρό του ήταν πάντα η αγάπη και η υποστήριξη της οικογένειας. Αυτή η αγάπη έκανε τα μέλη της οικογένειας Βουτσά να μην λυγίζουν στις δυσκολίες.
ΠΗΓΕΣ wikipedia, mixanitouxronou.gr