Μόνιμα άρθρα στο goTHESS
Προσωπικότητες
2/5/2015

Θανάσης Βέγγος

Ο δικός μας άνθρωπος



Ο Θανάσης Βέγγος γεννήθηκε στο Νέο Φάληρο το 1927. Πρωτοεμφανίστηκε στην ταινία του Νίκου Κούνδουρου "Μαγική Πόλη" (1954), ενώ η πρώτη του εμφάνιση στο θέατρο πραγματοποιήθηκε το 1954 σε επιθεώρηση του θεάτρου "Περοκέ".

Συνολικά έχει παίξει σε 120 κινηματογραφικές ταινίες, σε 52 από τις οποίες ως πρωταγωνιστής και από αυτές έχει σκηνοθετήσει (πρωταγωνιστώντας ταυτόχρονα) σε επτά ταινίες.

Στην δεκαετία του '60 ίδρυσε δική του εταιρεία και παρήγαγε πλήθος ταινιών που τις σκηνοθετούσε ο ίδιος ή ο Ντίνος Κατσουρίδης. Παρά όμως την αποδεδειγμένη εμπορική και καλλιτεχνική επιτυχία, η εταιρεία τελικά δεν καταφέρνει να επιβιώσει. Σύμφωνα με το γιο του, Βασίλη Βέγγο, «Η απόφαση αυτή άλλαξε τη ζωή του πατέρα μου: καλλιτεχνικά δικαιώθηκε, αλλά οικονομικά καταστράφηκε. Για τον πατέρα το να κάνεις μια παραγωγή και να σκέφτεσαι το οικονομικό αποτέλεσμα ήταν έγκλημα - γι’ αυτό κι έφτασε στο σημείο που έφτασε. Γι’ αυτόν καλλιτέχνης είναι ο άνθρωπος που βάζει πάντα την τέχνη και το μεράκι πάνω απ’ όλα τ’ άλλα...»

Ηταν το 1953 όταν τον κάλεσε ο Κούνδουρος να παίξει στη «Μαγική πόληι», την πρώτη ταινία της καριέρας του: υποδύεται τον πωλητή λεμονιών στη λαχαναγορά, μέλος μιας παρέας νεαρών βιοπαλαιστών. Ο ήρωας λέγεται Θανάσης - ο Βέγγος παίζει τον εαυτό του -, όνομα που θα τον ακολουθεί στη συνέχεια σε πολλές άλλες ταινίες και θα μπαίνει αργότερα και στους τίτλους των ταινιών του («Ο Θανάσης, η Ιουλιέτα και τα λουκάνικα», «Τι έκανες στον πόλεμο, Θανάση;», «Θανάση, πάρε τ' όπλο σου», «Δικτάτωρ καλεί Θανάση», «Ο Θανάσης στη χώρα της σφαλιάρας» κτλ.), όταν βέβαια δεν μπαίνει το επώνυμό του («Είναι ένας τρελός τρελός Βέγγος», «Δόκτωρ Ζι-Βέγγος», «Ενας Βέγγος για όλες τις δουλειές»).

Στον «Δράκο», τη δεύτερη ταινία του Κούνδουρου, ο Βέγγος υποδύεται τον μπάρμαν σε ένα κέντρο διασκέδασης, ο οποίος είναι συγχρόνως και μπράβος του αρχηγού μιας συμμορίας απατεώνων. Εκεί θα φάει τις τρεις πρώτες θεαματικές φάπες, που θα ανοίξουν τους ασκούς της σφαλιάρας η οποία καταδιώκει τον Θανάση Βέγγο σε ολόκληρη την κινηματογραφική σταδιοδρομία του.

Ετσι ο εκφραστικός ηθοποιός με τη φαλάκρα, το συμπαθητικό πρόσωπο, την αβέβαιη έκφραση, μπήκε δυναμικά στον χώρο του κινηματογράφου, χωρίς να έχει προϋπηρεσία στο θέατρο.

Ηταν ένας ερασιτέχνης που για να επιβιώσει έκανε ένα σωρό δουλειές ­ κυρίως του φροντιστή σε ταινίες ­, δουλειές κοπιαστικές, επίπονες και γλίσχρα αμειβόμενες.

Στη συνέχεια πήρε την άδεια εξασκήσεως επαγγέλματος, γράφτηκε στο σωματείο, έπαιξε στο θέατρο και πήρε σημαντικότερους ρόλους. Μολονότι συμμετείχε σε αρκετές ενδιαφέρουσες και ονομαστές ταινίες («Το κορίτσι με τα μαύρα» του Μιχάλη Κακογιάννη, «Ο Μιμίκος και η Μαίρη» του Γρηγόρη Γρηγορίου, «Ο Ηλίας του 16ου» του Αλέκου Σακελλάριου, «Μανταλένα» του Ντίνου Δημόπουλου, «Ποτέ την Κυριακή» του Ζυλ Ντασσέν, «Ψηλά τα χέρια, Χίτλερ» του Ροβήρου Μανθούλη, «Ησυχες μέρες του Αυγούστου» του Παντελή Βούλγαρη, «Το βλέμμα του Οδυσσέα» του Θόδωρου Αγγελόπουλου, «Το αίνιγμα» του Γιάννη Σολδάτου), ως κινηματογραφικός τύπος καθιερώθηκε από άλλες κωμικές παραγωγές όπου ενσάρκωνε τον μέσο Ελληνα: τον φουκαρά, τον γκαφατζή, τον αγαθό, τον περιδεή, τον αγχωμένο, τον κυνηγημένο, αλλά και τον καπάτσο.

Αυτό το παιδί για όλες τις δουλειές διαμόρφωσε έναν μοναδικό λαϊκό κινηματογραφικό ήρωα, ολοκληρωμένο και αναγνωρίσιμο, με σταθερά χαρακτηριστικά. Ο Βέγγος, δημιούργημα της ανάγκης για ρεαλιστική απεικόνιση του σύγχρονου Αθηναίου, στο πλαίσιο της φαρσοκωμωδίας, κινηματογραφικού είδους που συγκινούσε πλατιά στρώματα του ελληνικού λαού, ερμήνευσε τον άνεργο, τον πολυτεχνίτη και ερημοσπίτη, τον τίμιο και εργατικό, τον αμήχανο και πολυμήχανο, που κάνει κάθε είδους δουλειά για να επιβιώσει. Σε αυτή την προσπάθειά του μετατρέπεται σε μια αεικίνητη φιγούρα, έναν κλόουν, έναν έλληνα Σαρλό, ή καλύτερα στον Καραγκιόζη αυτοπροσώπως.

Ωστόσο η φαρσοκωμωδία δεν είναι ρεαλιστική, ξεφεύγει από τα όρια της πραγματικότητας, και ο Βέγγος βρίσκει την ευκαιρία να εισέλθει σε αυτήν ως υπερρεαλιστικό στοιχείο, να παλέψει με την πείνα και την ανασφάλεια, να φέρει τον κόσμο πάνω κάτω. Για να το επιτύχει αυτό στην εντέλεια έπρεπε να περάσει στη σκηνοθεσία, μα και στην παραγωγή των ταινιών του (κάτι που τον οδήγησε σε οικονομική καταστροφή), ώστε να ενσαρκώσει το όραμά του, το όραμα της απόλυτης ελευθερίας, να υπερβεί τις συμβάσεις, «να χτίσει τη δική του Οκτάνα», σύμφωνα με τον Σολδάτο.







© 2001-2023 goTHESS.gr
Το goTHESS.gr είναι Οδηγός Πόλης Θεσσαλονίκης ενώ παράλληλα καλύπτει και τα σημαντικότερα ειδησεογραφικά θέματα της ελληνικής επικαιρότητας
facebook twiter
DigitalOcean Referral Badge